Αν κάτι μας ξεχωρίζει από τα άλλα ανώτερα θηλαστικά είναι ο τρόπος μου μάθαμε να χρησιμοποιούμε τα χέρια μας ' το γεγονός, δηλαδή, πως ο αντίχειρας μας είναι αντιτακτός και μπορεί να στέκεται απέναντι στα υπόλοιπα δάχτυλά μας, με τέτοιο τρόπο ώστε εκτός από πέτρα να μπορούμε να πιάνουμε και μολύβι. Επειδή καταφέραμε να οργανώσουμε τις άναρθρες κραυγές μας σε φθόγγους, τους φθόγγους σε λέξεις, τις λέξεις σε φράσεις, τις φράσεις σε προτάσεις, τις προτάσεις σε νοηματικές ενότητες, τις νοηματικές ενότητες σε γενικότερες ομάδες, τις οποίες καταγράψαμε για να διευκολυνθούμε να μελετάμε και ονομάσαμε λογοτεχνικά είδη, θέλουμε να πιστεύουμε πως μας κάνει να διαφέρουμε από τα άλλα ζώα! Θρησκεία και Τέχνη, Ποίηση και Πεζογραφία. Ότι ακολουθεί ορισμένα μέτρα και κανόνες στην έκφραση του λόγου, το λέμε όλο ασφάλεια και σοβαρότητα, λογοτεχνικό είδος. Ότι δεν εντάσσεται απόλυτα σε κάποιο είδος, το λέμε νόθο, το αποπέμπουμε, δεν κάνουμε τον κόπο να το ψάξουμε, να ασχοληθούμε λίγο και μ' αυτό. Είμαστε σοβαροί. Εμείς!
Άρχισα να γράφω στα δεκατέσσερά μου χρόνια, τον Μάρτιο του 1973 θαρρώ, όταν κάποιος ζήτησε από τον πατέρα μου, που ήταν μια εποχή άνεργος, να γράψει στίχους για τραγούδια. Έπιασε το μολύβι αλλά μετά τις πρώτες λέξεις που έγραψε το άφησε κάτω κουρασμένος. Τον κοίταξα με τόση απορία, που δεν μπορούσε να γράψει ούτε ένα στίχο, και αισθάνθηκα ν' ανατριχιάζω με τη βεβαιότητα και την ευκολία που είχα για πρώτη φορά να γράφω τις σκέψεις μου πάνω στο γραμμωτό χαρτί. Έγραψα σε μια ώρα το πρώτο μου ποίημα: «Ψάχνοντας τη χαρά». Το άκουσε σαν σε όνειρο, χωρίς να του δώσει καμία σημασία γιατί δεν ακολουθούσε κάποιο γνωστό λαϊκό ρυθμό, αλλά έμοιαζε με μπαλάντα. Όμως και μόνο το γεγονός πως «συνταίριασα» στίχους τον αιφνιδίασε.
Άρχισα να γράφω στα δεκατέσσερά μου χρόνια, τον Μάρτιο του 1973 θαρρώ, όταν κάποιος ζήτησε από τον πατέρα μου, που ήταν μια εποχή άνεργος, να γράψει στίχους για τραγούδια. Έπιασε το μολύβι αλλά μετά τις πρώτες λέξεις που έγραψε το άφησε κάτω κουρασμένος. Τον κοίταξα με τόση απορία, που δεν μπορούσε να γράψει ούτε ένα στίχο, και αισθάνθηκα ν' ανατριχιάζω με τη βεβαιότητα και την ευκολία που είχα για πρώτη φορά να γράφω τις σκέψεις μου πάνω στο γραμμωτό χαρτί. Έγραψα σε μια ώρα το πρώτο μου ποίημα: «Ψάχνοντας τη χαρά». Το άκουσε σαν σε όνειρο, χωρίς να του δώσει καμία σημασία γιατί δεν ακολουθούσε κάποιο γνωστό λαϊκό ρυθμό, αλλά έμοιαζε με μπαλάντα. Όμως και μόνο το γεγονός πως «συνταίριασα» στίχους τον αιφνιδίασε.
Λέξεις, λέξεις, λέξεις, ο Σαίξπηρ είχε δίκιο που τους έδωσε τόση σημασία. «Λέξεις», ο Ζ. Π. Σάρτρ ήξερε πολύ καλά να περιγράφει ό,τι αισθάνθηκα γράφοντας τα πρώτα μου ποιήματα. Απέκτησα ταυτότητα ανθρώπου αρκετά χρόνια πριν αποκτήσω αστυνομική ταυτότητα. Γράφοντας ποιήματα βρήκα έναν ασφαλή και αποκαλυπτικό τρόπο να εξομολογούμαι τις πιο βαθιές μου σκέψεις και να εκφράζω τις μεταφυσικές μου ανησυχίες χωρίς να υποχρεώνω κάποιον ιερωμένο να καταπίνει το χασμουρητό του από την βαρεμάρα της μακρόσυρτης εξομολόγησής μου ή τον ψυχαναλυτή να κρυφοκοιτάζει το ρολόι του επειδή ο χρόνος είναι, και χρήμα. Στα κείμενά μου μπορούσα να επιτιμώ τους άλλους, να τους κρίνω αυστηρά, να τους σαρκάζω-να αυτοσαρκάζομαι ' να «τριγυρνώ» ασύδοτος στο μέλλον και στο παρελθόν ' να σταματώ-να ξεκινώ ' να διδάσκω-να διδάσκομαι ' να εκφράζω την αλήθεια μου παριστάνοντας τον αντικειμενικό, και να απολαμβάνω την υποκειμενικότητα μου όσο κανένα πλάσμα πάνω στον πλανήτη.
Στην αρχή της εφηβείας συμμετείχα σε μία και μοναδική πορεία με αφορμή μία από τις πρώτες επετείους της γιορτής του Πολυτεχνείου, όπου φώναξα όσο άντεχαν τα πνευμόνια μου: «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία»! Έβλεπα τα δακρυσμένα μάτια των τριαντάρηδων της εποχής, να μας κοιτούν καθώς κατεβαίναμε την Πανεπιστημίου, επειδή ήξεραν πόσο ανεδαφικό έμοιαζε αυτό το σύνθημα για την ελληνική κοινωνική πραγματικότητα. Τότε δεν καταλάβαινα τίποτα! Με το τέλος της πορείας πίστευα πως ο κόσμος θα είχε αλλάξει. Όμως μόνο τα πρόσωπα γύρω μου άλλαζαν. Κανείς απ' όσους είχαμε ξεκινήσει μαζί την πορεία δεν βρισκόταν δίπλα μου. Συνειδητοποίησα τότε πως μια επανάσταση δεν μπορεί να ξεκινήσει, όπως φανταζόμουνα, σαν οικογενειακή υπόθεση ή διαμαρτυρία μιας παρέας φίλων!
Κι, όμως, έτσι ξεκίνησε η ιστορία του "Πολυτεχνείου".
Στην αρχή της εφηβείας συμμετείχα σε μία και μοναδική πορεία με αφορμή μία από τις πρώτες επετείους της γιορτής του Πολυτεχνείου, όπου φώναξα όσο άντεχαν τα πνευμόνια μου: «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία»! Έβλεπα τα δακρυσμένα μάτια των τριαντάρηδων της εποχής, να μας κοιτούν καθώς κατεβαίναμε την Πανεπιστημίου, επειδή ήξεραν πόσο ανεδαφικό έμοιαζε αυτό το σύνθημα για την ελληνική κοινωνική πραγματικότητα. Τότε δεν καταλάβαινα τίποτα! Με το τέλος της πορείας πίστευα πως ο κόσμος θα είχε αλλάξει. Όμως μόνο τα πρόσωπα γύρω μου άλλαζαν. Κανείς απ' όσους είχαμε ξεκινήσει μαζί την πορεία δεν βρισκόταν δίπλα μου. Συνειδητοποίησα τότε πως μια επανάσταση δεν μπορεί να ξεκινήσει, όπως φανταζόμουνα, σαν οικογενειακή υπόθεση ή διαμαρτυρία μιας παρέας φίλων!
Κι, όμως, έτσι ξεκίνησε η ιστορία του "Πολυτεχνείου".
Η εικόνα είναι δανεισμένη από το ιστολόγιο που βρίσκεται στη διεύθυνση: http://perseus76.yooblog.gr/page/2/
Γιώργος Δημητρίου Χ.
Γιώργος Δημητρίου Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου